• 210 9844880 -
  • 6942 291212
  • Αρτέμιδος 60, Π. Φάληρο, Νότια προάστια – Αθήνα

Φάρμακα για τη θεραπεία της αρτηριακής υπέρτασης

Στους ασθενείς στους οποίους η αύξηση της αρτηριακής πίεσης έχει επιβεβαιωθεί με επανειλημμένες μετρήσεις στο ιατρείο σε διαδοχικές επισκέψεις και στους οποίους τα μη φαρμακευτικά μέσα δεν επιτυγχάνουν ικανοποιητική μείωση της πίεσης, θα χορηγηθεί φαρμακευτική θεραπεία. Για την απόφαση έναρξης θεραπείας με φάρμακα, εκτός από τις τιμές της αρτηριακής πίεσης, ο γιατρός λαμβάνει υπόψη την παρουσία άλλων νοσημάτων και άλλων παραγόντων καρδιαγγειακού κινδύνου, καθώς και πιθανές ενδείξεις ότι έχουν προσβληθεί όργανα που συνήθως τα απειλεί η υπέρταση.

Σε περιπτώσεις με πολύ υψηλή πίεση ίσως ο γιατρός συστήσει αμέσως φαρμακευτική θεραπεία, έστω και αν μετρά για πρώτη φορά την πίεσή μας.

Η λήψη φαρμάκων για την υπέρταση δεν σημαίνει φυσικά ότι μπορούμε να τρώμε αλάτι χωρίς μέτρο ή να πίνουμε αλκοόλ άφοβα. Όλοι οι περιορισμοί εξακολουθούν να ισχύουν, προκειμένου να έχουμε ένα θετικό αποτέλεσμα στην αντιμετώπιση της υπέρτασης.

Στα άτομα με οριακή υπέρταση  δεν χορηγείται φαρμακευτική θεραπεία, αλλά συστήνεται αλλαγή στον τρόπο ζωής (κυρίως μείωση σωματικού βάρους, άσκηση, μείωση πρόσληψης αλατιού κλπ, για να διατηρηθεί χαμηλή η πίεση.

Εάν όμως άτομα με τιμές οριακής υπέρτασης πάσχουν από διαβήτη ή νεφρική  ανεπάρκεια συνήθως θεραπεύονται φαρμακευτικά.

Ποια φάρμακα χρησιμοποιούνται για τον έλεγχο της υπέρτασης
Όταν ο έλεγχος της αρτηριακής πίεσης δεν είναι δυνατόν να επιτευχθεί με διαιτητικά ή άλλα μη φαρμακευτικά μέσα, θα χορηγηθούν φάρμακα. Αν ο γιατρός συνταγογραφήσει κάποιο φάρμακο, είναι σημαντικό να ακολουθήσουμε κατά γράμμα τις οδηγίες του. Δεν πρέπει ποτέ να παραλείπουμε κάποιες δόσεις πιστεύοντας ότι είμαστε καλά και ότι δεν έχουμε ανάγκη τα φάρμακα, γιατί η πίεση μπορεί να παρουσιάσει σημαντική άνοδο.
Χρησιμοποιούνται αρκετοί τύποι φαρμάκων, οι οποίοι δρουν σε διαφορετικά συστήματα του οργανισμού, που είναι υπεύθυνα για τη ρύθμιση της πίεσης. Το φάρμακο που θα χρησιμοποιηθεί εξαρτάται πάντα από τις ανάγκες και την κατάσταση του κάθε ασθενούς. Ωστόσο, μερικά φάρμακα έχουν καλύτερα αποτελέσματα σε μερικά άτομα απ’ ό,τι έχουν σε άλλα, σε μερικές παθήσεις συγκριτικά με άλλες, ενώ πολλοί χρειάζονται συνδυασμό δύο ή και τριών φαρμάκων, καθώς και διαφορετικές δόσεις του ίδιου φαρμάκου. Έτσι, εάν παίρνετε διαφορετικό φάρμακο από κάποιον άλλον, μην ανησυχείτε.
Οι οδηγίες για φαρμακευτική θεραπεία και οι τιμές της πίεσης δεν διαφέρουν στους ηλικιωμένους. Το μόνο που χρειάζεται είναι η έναρξη θεραπείας με μικρές δόσεις και η ενίσχυσή της προοδευτικά με παρακολούθηση της πίεσης και σε όρθια θέση για την αποφυγή της ορθοστατικής υπότασης. Στις περισσότερες περιπτώσεις χρειάζεται συνδυασμός φαρμάκων.
Τύποι αντιυπερτασικών φαρμάκων
Οι διάφοροι τύποι των αντιυπερτασικών φαρμάκων που χρησιμοποιούνται πιο συχνά είναι:

• Αναστολείς του μετατρεπτικού ενζύμου της αγγειοτασίνης.
Οι αναστολείς του μετατρεπτικού ενζύμου αναστέλλουν την παραγωγή από τον οργανισμό μιας ουσίας που λέγεται αγγειοτασίνη, η οποία προκαλεί σοβαρή σύσπαση των αγγείων. Αναστέλλοντας επομένως την παραγωγή αυτής της ουσίας έχουμε αγγειοδιαστολή, με αποτέλεσμα την πτώση της αρτηριακής πίεσης. Είναι χρήσιμα φάρμακα σε αρρώστους με υπέρταση, με έμφραγμα και με καρδιακή ανεπάρκεια. Η κύρια παρενέργειά τους είναι ένας επίμονος ξηρός βήχας που εμφανίζεται στο 15% περίπου των ασθενών.

• Ανταγωνιστές των υποδοχέων της αγγειοτασίνης.
Τα φάρμακα αυτά αποκλείουν τους χώρους σύνδεσης της αγγειοτασίνης και έτσι δεν της επιτρέπουν να δράσει. Έχουν πολλά κοινά στοιχεία με τα προηγούμενα φάρμακα και ένα σημαντικό πλεονέκτημα, την απουσία του ξηρού βήχα. Περιστασιακά μπορούν να προκαλέσουν ζάλη.

• Ανταγωνιστές ασβεστίου.
Τα φάρμακα αυτά δρουν κυρίως αποκλείοντας την είσοδο του ασβεστίου στα κύτταρα των αγγείων. Όταν το ασβέστιο φτάσει σε μια συγκεκριμένη συγκέντρωση, παίζει σημαντικό ρόλο σε μια διαδικασία η οποία προκαλεί συστολή των αγγείων. Επομένως, οι ανταγωνιστές ασβεστίου μειώνουν την αρτηριακή πίεση προκαλώντας κυρίως διαστολή των αγγείων. Λόγω του ότι οι ανταγωνιστές ασβεστίου διευκολύνουν τη ροή του αίματος και κατά συνέπεια του οξυγόνου μέσα στα στεφανιαία αγγεία, χρησιμοποιούνται επίσης για τη θεραπεία καρδιακών παθήσεων, όπως είναι η στηθάγχη. Ενοχλητικές παρενέργειες από τη χρήση τους είναι η ταχυκαρδία, ο πονοκέφαλος, η ερυθρότητα του προσώπου και το οίδημα στους αστραγάλους. Το πρήξιμο αυτό οφείλεται σε τοπική διαστολή των αγγείων, είναι ακίνδυνο και δεν απαιτεί θεραπεία με διουρητικά.

• Διουρητικά.
Τα φάρμακα αυτής της ομάδας έχουν χρησιμοποιηθεί πολύ στην υπέρταση. Δρουν αποβάλλοντας νάτριο και νερό μέσω των ούρων και μακροχρόνια ελαττώνουν την αντίσταση των αρτηριών. Επομένως, μειώνουν τον όγκο των υγρών στην κυκλοφορία και αυτό έχει ως αποτέλεσμα τη μείωση της αρτηριακής πίεσης. Παρ’ όλο που όλα τα διουρητικά έχουν το ίδιο αποτέλεσμα, οι διάφοροι τύποι διαφέρουν στον τρόπο και στην ταχύτητα δράσης. Μπορεί να χορηγηθούν μόνα τους, αλλά κυρίως είναι πολύ χρήσιμα σε περιπτώσεις όπου απαιτείται συνδυασμός φαρμάκων. Η θεραπεία με διουρητικά ίσως μειώσει τη συγκέντρωση του καλίου και του νατρίου στο αίμα, γι’ αυτό και είναι πιθανόν να απαιτηθεί ακόμα και η χορήγηση σκευασμάτων καλίου. Η πρόσληψη του καλίου με τις τροφές είναι απαραίτητη. Σπανιότερα τα διουρητικά μπορεί να προκαλέσουν αύξηση του ουρικού οξέος.

• Αναστολείς των β και α υποδοχέων.
Έχει ήδη αναφερθεί σε προηγούμενα κεφάλαια ότι δύο σημαντικοί παράγοντες που επηρεάζουν την αρτηριακή πίεση είναι η δύναμη συστολής του καρδιακού μυός και η κατάσταση των αγγείων. Οι β-αναστολείς μειώνουν την αρτηριακή πίεση, αποκλείοντας το σήμα συγκεκριμένων τύπων νεύρων που είναι υπεύθυνα για τη ρύθμιση του καρδιακού ρυθμού και τη δύναμη της καρδιακής συστολής. Αυτό έχει αποτέλεσμα τη μείωση της δύναμης που ασκείται στο αίμα και κατ’ επέκταση τη μείωση της αρτηριακής πίεσης. Οι β-αναστολείς προτιμώνται σε ασθενείς με στεφανιαία νόσο, χορηγούνται με προσοχή σε αυτούς που πάσχουν από χρόνιες πνευμονοπάθειες και σακχαρώδη διαβήτη, ενώ η κόπωση και η βραδυκαρδία είναι οι κυριότερες ανεπιθύμητες ενέργειές τους. Οι α-αναστολείς ρυθμίζουν επίσης τη συστολή και τη διαστολή των αγγείων ελαττώνοντας έτσι την αρτηριακή πίεση, αλλά δεν χρησιμοποιούνται σαν αρχική θεραπεία λόγω των παρενεργειών τους.

• Περιφερικά αγγειοδιασταλτικά και φάρμακα που δρουν στο κεντρικό νευρικό σύστημα.
Τα αγγειοδιασταλτικά δρουν απ' ευθείας στο τοίχωμα των αρτηριών, με αποτέλεσμα τη διαστολή τους. Χρησιμοποιούνται σπάνια, σε ιδιαίτερα δύσκολες περιπτώσεις υπέρτασης, σε συνδυασμό με άλλα φάρμακα. Αυτά που δρουν στον εγκέφαλο έχουν επίσης αποτέλεσμα τη μείωση της αγγειοσύσπασης.
Είναι απαραίτητα τα ηρεμιστικά φάρμακα;
Η χορήγηση ηρεμιστικών φαρμάκων έχει κάποια θέση στην αντιμετώπιση της αυξημένης πίεσης. Τα ηρεμιστικά είναι χρήσιμα σε άτομα με άγχος και κρίσεις πανικού, και έχουν υπέρταση ( “νευροπίεση’’ ) .
Υπέρταση και σκόρδο
Το σκόρδο προκαλεί μικρή μείωση της αρτηριακής πίεσης όταν όμως χορηγείται σε μεγάλες ποσότητες (π.χ.10-25 σκελίδες την ημέρα). Τα σκευάσματα που κυκλοφορούν στο εμπόριο είναι εκχυλίσματα ή αποστάγματα σκόρδου, που δεν έχουν σταθερή περιεκτικότητα στη δραστική ουσία που περιέχει το σκόρδο (αλλικίνη) και είναι δύσκολο να εξασφαλίσουν σταθερή απόδοση. Επίσης, ακόμα και τα ‘‘χάπια’’ σκόρδου προκαλούν τη χαρακτηριστική δυσάρεστη μυρωδιά. Εξάλλου, τα πιθανά οφέλη αλλά και οι κίνδυνοι από τη μακροχρόνια χρήση της ουσίας αυτής είναι άγνωστα.
Ποιος τύπος φαρμάκου είναι κατάλληλος για μας
Αν έχουμε υπέρταση, το ποιο ή ποια φάρμακα θα μας χορηγηθούν, εξαρτάται όχι μόνο από το ύψος της αρτηριακής πίεσης, αλλά και από τη γενικότερη κατάσταση της υγείας μας, κυρίως τη συνύπαρξη άλλων νοσημάτων (καρδιοπάθειας, νεφροπάθειας, διαβήτη, αρθρίτιδας από ουρικό οξύ, χρόνιας βρογχίτιδας, άσθματος). Η αντιυπερτασική θεραπεία δηλαδή προσαρμόζεται στα μέτρα του κάθε αρρώστου. Οι γιατροί συνήθως αρχίζουν τη θεραπεία συνταγογραφώντας μια μικρή δόση ενός φαρμάκου και παρακολουθούν το αποτέλεσμα της δράσης του σε μια μικρή σχετικά χρονική περίοδο, τουλάχιστον 3-4 εβδομάδων. Η δόση μπορεί να αυξηθεί ή μπορεί να χρησιμοποιηθεί κάποιο άλλο φάρμακο, αν η μείωση της αρτηριακής πίεσης δεν μπορεί να φτάσει στα επιθυμητά επίπεδα ή αν εμφανιστούν σοβαρές παρενέργειες του φαρμάκου. Επίσης, μπορεί να προστεθεί στην αγωγή και δεύτερο ή ακόμα και τρίτο φάρμακο για να επιτευχθεί ο στόχος.
Εφόσον επιτευχθεί η επιθυμητή μείωση στην αρτηριακή πίεση, τότε ο γιατρός ίσως τροποποιήσει λίγο την αγωγή, ώστε να γίνει πιο εύκολη η λήψη της. Στόχος είναι η επίτευξη του ελέγχου της αρτηριακής πίεσης χρησιμοποιώντας το μικρότερο αριθμό φαρμάκων, στη μικρότερη δόση και με τις λιγότερες παρενέργειες.
Γενικά όμως όλοι οι τύποι των φαρμακευτικών ουσιών μειώνουν την αρτηριακή πίεση στον ίδιο περίπου βαθμό.
Ποιες είναι οι σπουδαιότερες παρενέργειες των αντιυπερτασικών φαρμάκων
Όλα τα φάρμακα που συνταγογραφούνται για την υπέρταση έχουν παρενέργειες, αλλά οι περισσότερες είναι μικρής σημασίας, διαρκούν λίγο και συνήθως περνούν απαρατήρητες. Ωστόσο, πολλοί άνθρωποι φοβούνται και διακόπτουν τη θεραπεία με την εμφάνισή τους. Αυτό είναι επικίνδυνο και δε θα συμβεί αν ο ασθενής ενημερωθεί από το γιατρό για τις πιθανές παρενέργειες των φαρμάκων, το λόγο για τον οποίο παρουσιάζονται, αλλά και το πώς αυτές θα αποφευχθούν ή θα ελαχιστοποιηθούν συνεχίζοντας τη θεραπεία. Πολλές από τις παρενέργειες των αντιυπερτασικών εξαφανίζονται μέσα σε λίγες ημέρες από την έναρξη της θεραπείας. Αν όμως επιμένουν, μπορούμε να τις ελαττώσουμε παίρνοντας μικρότερη δόση ή αλλάζοντας θεραπεία. Αυτό όμως πρέπει να γίνεται πάντα σε συνεργασία με το γιατρό.
Τα αντιυπερτασικά φάρμακα ενδεχομένως να προκαλέσουν μεγάλη πτώση της πίεσης, ιδίως στην αρχή της θεραπείας. Η απότομη πτώση της αρτηριακής πίεσης μπορεί να προκαλέσει αδυναμία, καταβολή ή και λιποθυμία. Αυτό μπορεί να συμβεί αμέσως μετά την πρώτη δόση, πριν ακόμη ο οργανισμός προφτάσει να προσαρμοστεί στη χαμηλότερη πίεση.
Γι’ αυτό το λόγο επίσης είναι μεγάλο λάθος η λήψη φαρμάκων χωρίς τη συνταγή του γιατρού, επειδή τα παίρνει κάποιος γνωστός μας.
Οι συνηθέστερες παρενέργειες της κάθε ομάδας των αντιυπερτασικών φαρμάκων αναφέρθηκαν. Άλλες παρενέργειες, όπως η εύκολη κόπωση, οι μυαλγίες, η συμφορημένη μύτη, η ξηρότητα του στόματος, οι συναισθηματικές διαταραχές, οι κράμπες στα πόδια και η ελάττωση της σεξουαλικής ικανότητας μπορεί να συμβούν, αλλά συνήθως οι περισσότερες εξαφανίζονται λίγες μέρες μετά την έναρξη της θεραπείας.
Τι συμβαίνει όταν ξεχνάμε να πάρουμε τα φάρμακά μας;
Όταν γίνει διακοπή της φαρμακευτικής αγωγής, εκείνο που συνήθως συμβαίνει είναι η αύξηση της αρτηριακής πίεσης μέσα σε διάστημα ημερών ή λίγων εβδομάδων. Παραλείποντας μόνο ένα χάπι δεν θα προκληθούν σημαντικές επιπτώσεις, εκτός αν αυτό γίνεται συστηματικά. Εκείνο που έχει σημασία είναι, αν παραλειφθεί μια δόση, να μη ληφθεί την επόμενη μέρα διπλάσια δόση για να καλυφθεί το… χαμένο έδαφος.
Αν η πίεση βρεθεί αυξημένη, πρέπει να πάρουμε κάποιο επιπλέον φάρμακο;
Πρέπει να τονισθεί ότι η χορήγηση των φαρμάκων πρέπει να είναι σταθερή και καθημερινή. Είναι λάθος η τροποποίηση των φαρμάκων ή των δόσεων, επειδή η πίεση βρέθηκε αυξημένη ή ελαττωμένη σε τυχαία μέτρηση. Συνήθως η αύξηση της πίεσης είναι παροδική και πολλές φορές οφείλεται σε κάποιο άλλο πρόβλημα που μας αναστατώνει. Γι’ αυτό λοιπόν επαναλαμβάνουμε τη μέτρηση λίγο αργότερα και, αν δούμε ότι επιμένει, συμβουλευόμαστε το γιατρό μας.
Επίσης, πρέπει να αποφεύγεται η χρήση φαρμάκων που δρουν γρήγορα, όπως τα υπογλώσσια (μια πολύ συνηθισμένη τακτική), γιατί προκαλούν απότομη και μεγάλη πτώση της πίεσης, που μπορεί να οδηγήσει ακόμα και σε καρδιακό ή εγκεφαλικό επεισόδιο, ιδίως σε ηλικιωμένους ή αρρώστους με αρτηριοσκλήρυνση. Πρέπει να γνωρίζουμε ότι ο κίνδυνος από την υπέρταση είναι μακροχρόνιος και όχι στιγμιαίος.
Μερικά φάρμακα προκαλούν “αντανακλαστική” αύξηση της αρτηριακής πίεσης μια ή δυο μέρες μετά την απότομη διακοπή τους. Γι’ αυτό το λόγο πριν γίνει οποιαδήποτε αναγκαία διακοπή κάποιου φαρμάκου, πρέπει να το γνωρίζει ο γιατρός μας.
Θα παίρνουμε φάρμακα για πάντα;
Οι περισσότεροι υπερτασικοί χρειάζεται να παίρνουν φάρμακα κατά της πίεσης για όλη την υπόλοιπη ζωή τους, όσο και αν αυτό είναι δύσκολο. Ίσως μερικοί μπορέσουν να σταματήσουν τη θεραπεία, εάν καταφέρουν σημαντικές αλλαγές στον τρόπο ζωής τους.
Αν χρειάζεται να παίρνουμε φάρμακα και για άλλα νοσήματα…
Αν παίρνουμε αντιυπερτασικά φάρμακα, πρέπει πάντα να συμβουλευόμαστε το γιατρό για την ταυτόχρονη λήψη φαρμάκων για άλλες παθήσεις. Φάρμακα κατά του κρυολογήματος, ανορεκτικά, ρινικά σπρέι, υπακτικά, αντιόξινα, φάρμακα για την αρθρίτιδα, για τις χρόνιες πνευμονοπάθειες κ.α. αλληλεπιδρούν με τα αντιυπερτασικά φάρμακα και μπορεί να αυξήσουν την πίεση.
Τι πρέπει να ξέρουμε για τα φάρμακα;
Όταν χρησιμοποιούμε φάρμακα για την υπέρταση ή για άλλο λόγο πρέπει να ξέρουμε:

• Το όνομά τους και για ποιο λόγο τα παίρνουμε.
• Την ακριβή δοσολογία τους (την ποσότητα και τη συχνότητα).
• Τις πιθανές παρενέργειες και πώς να αντιδράσουμε αν εμφανιστούν.
• Αν είναι ασφαλής η λήψη των φαρμάκων αυτών, σε συνδυασμό με άλλα φάρμακα που θα τύχει να πάρουμε για άλλους λόγους.
• Αν πρέπει ταυτόχρονα με τη λήψη τους να αποφεύγουμε κάποια φαγητά, να πίνουμε αλκοόλ ή να οδηγούμε.